Συνέντευξη του Νίκου Χρυσόγελου στο site της ΠΑΣΕΓΕΣ
Πελατειακές σχέσεις, αποσπασματικότητα παρεμβάσεων, σύγχυση αρμοδιοτήτων των φορέων οδήγησαν τα ελληνικά δάση στις καταστροφικές πυρκαγιές του καλοκαιριού, ενώ αδράνεια και βραδύτητα χαρακτηρίζουν την ανασυγκρότηση των πυρόπληκτων περιοχών. Τα παραπάνω περιέχονται στα βασικά συμπεράσματα σχετικής ημερίδας που διοργάνωσαν το Σάββατο 15 Μαρτίου οι Οικολόγοι Πράσινοι και το paseges.gr μίλησε με τον υπεύθυνο της διοργάνωσης κ. Νίκο Χρυσόγελο για την σημερινή κατάσταση.
Κύριε Χρυσόγελε, ποια είναι τελικά η έκταση της καταστροφής από τις πυρκαγιές του καλοκαιριού;
Από τις πυρκαγιές του καλοκαιριού 2007 επλήγησαν 10 εθνικοί δρυμοί και σημαντικές φυσικές περιοχές, κάηκαν 2.750.000 εκατομμύρια στρέμματα δάσους, δασικών, φυσικών και γεωργικών περιοχών (1.472.000 στρέμματα δάσους και δασικών εκτάσεων), 74 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και οι ζημιές υπερβαίνουν τα 3,5 δισεκατομμύριο ευρώ, χωρίς να υπολογίζεται η απώλεια των υπηρεσιών που προσφέρει το δάσος, οι συνέπειες στην κοινωνική και οικονομική ζωή μακροχρόνια.
Πλήγηκε το 35% της συνολικής έκτασης και το 37% του πληθυσμού 502 Δημοτικών Διαμερισμάτων, και συνολικά 42.990 αγρότες στις περιοχές (το 21% του συνόλου).
Μια πρώτη αποτίμηση σχετικά με την καταστροφή του φυτικού, ζωικού και φυσικού κεφαλαίου εκτιμάει ότι κάηκαν 244.000 στρέμματα ελαιοδέντρων, 21.000 στρέμματα αμπελώνων, 14.000 στρέμματα λοιπών δένδρων, 24.000 αιγοπρόβατα, 472 βοοειδή, 20.671 μελίσσια κ.ά.
Οι πυρκαγιές έπληξαν φυσικές περιοχές που προστατεύονται με ειδικό καθεστώς από την εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία: όρη Ταΰγετος και Πάρνωνας, φαράγγι Νέδας, δάσος Καϊάφα, δάση της Εύβοιας, Πάρνηθα, Γράμμος, Πρέσπα, φαράγγι του Βουραϊκού, Πιέρια Όρη, Πήλιο και Πίνδος
Πώς και πόσο προχωράει η αποκατάσταση των πυρόπληκτων περιοχών;
Η βιβλική καταστροφή θα έπρεπε να αφυπνίσει την κυβέρνηση, η οποία επιτέλους πρέπει να σταματήσει να κινείται στη λογική «business as usual», σαν να μην συνέβη κάτι το ιδιαίτερο. Όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι η καταστροφή μάλλον ξεχάστηκε από το πολιτικό σύστημα και τη διοίκηση. Η αδράνεια και η βραδύτητα είναι το βασικό χαρακτηριστικό της πορείας ανασυγκρότησης. Οι επιπτώσεις, όμως, είναι σοβαρές και τρέχουν ραγδαία για τις τοπικές κοινωνίες που δεν επλήγησαν μόνο από την πρωτοφανή καταστροφή αλλά βιώνουν σήμερα και τα προβλήματα που προκύπτουν από την απουσία συντονισμένης και αποτελεσματικής πολιτικής.
Υπάρχει ελπίδα για τις πυρόπληκτες περιοχές μετά την καταστροφή;
Η καταστροφή που έπληξε την καρδιά - το φυσικό περιβάλλον - του νομού Ηλείας θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί σήμερα ως μια ευκαιρία για να διαμορφωθεί ένα οικολογικό μοντέλο ανάπτυξης, που θα βγάλει την Ηλεία από τη φτώχεια και την κοινωνική κατάρρευση και ταυτόχρονα θα βοηθήσει με συγκροτημένο τρόπο στην αναγέννηση του φυσικού πλούτου της περιοχής.
Τέτοια πολιτική αντίληψη απουσιάζει σήμερα πλήρως. Η αποκατάσταση υποδομών (π.χ. σύστημα ύδρευσης και εξοικονόμησης νερού) και η προώθηση αναγκαίων περιβαλλοντικών υποδομών (ολοκληρωμένη διαχείριση των απορριμμάτων με προγράμματα μείωσης, ανακύκλωσης και κομποστοποίησης, η επεξεργασία των λυμάτων), η συμμετοχή των κατοίκων στην αναγέννηση και προστασία των φυσικών περιοχών, η ανοικοδόμηση και βελτίωση των οικισμών με βάση στοιχεία παραδοσιακής και βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής, η εκπαίδευση των ανέργων σε νέες παραγωγικές δραστηριότητες αν και θα μπορούσαν να αποτελούν μέρος ενός σχεδίου ανασυγκρότησης των πυρόπληκτων περιοχών δεν προωθούνται.
Επιπλέον, απουσιάζει πλήρως από όλους τους πυρόπληκτους νομούς η μέριμνα για τη δημιουργία κινήτρων (κοινωνικών και οικονομικών) που θα βοηθήσουν το ανθρώπινο δυναμικό να παραμείνει στον τόπο του, ιδιαίτερα στις περιοχές που η οικονομία βασιζόταν ολοκληρωτικά σε επαγγέλματα συνδεδεμένα με το περιβάλλον (π.χ. κτηνοτροφία) και η άσκησή τους τώρα καθίσταται αδύνατη.
Υπάρχει ένας φορέας που να έχει συνολική εικόνα για την πορεία αποκατάστασης;
Είναι φανερή η απουσία ενός φορέα που να έχει μια συνολική πολιτική για την οικολογική, παραγωγική και κοινωνική ανασυγκρότηση των πυρόπληκτων περιοχών, να μπορεί να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, να υλοποιεί πολιτικές και να επιλύει προβλήματα και γενικά να ελέγχει την αποκατάσταση των πυρόπληκτων περιοχών.
Οι όποιες προσπάθειες και καλές προθέσεις παραμένουν λοιπόν αποσπασματικές και κυρίως αναποτελεσματικές.
Επαρκούν οι πόροι για την αποκατάσταση και πως διατίθενται;
Βασικά προβλήματα γραφειοκρατίας παραμένουν, ενώ οι πόροι αν και υπάρχουν φαίνεται να διατίθενται κυρίως με τη λογική των επιδομάτων (κυρίως την περίοδο πριν και κοντά στις εκλογές διατέθηκαν κατ' άλλους 180.000.000 κατ' άλλους 400.000.000 Ευρώ). Βασικό ερώτημα είναι ποιοι πήραν τα χρήματα αυτά και που τα διέθεσαν. Όμως οι πόροι που διατέθηκαν για την πραγματική ανασυγκρότηση των πυρόπληκτων περιοχών είναι ελάχιστοι.
Από το Ταμείο Αρωγής για τις Πυρόπληκτες Περιοχές έχουν διατεθεί μέχρι σήμερα 18.000.000 Ευρώ από συνολικά 168.265.935 Ευρώ που έχουν συγκεντρωθεί από πολίτες και φορείς ως δωρεές για ενίσχυση της αποκατάστασης των 4.000 κτιρίων που έχουν καταστραφεί ολικώς ή μερικώς.
Δεν έχουν χαρακτηριστεί για παράδειγμα οι πληγέντες αγρότες και κτηνοτρόφοι ως άνεργοι, δεν υπάρχει ένα συνεκτικό σχέδιο ή τουλάχιστον δεν εφαρμόζεται μέχρι σήμερα ώστε να στηριχθούν οι τοπικές κοινωνίες άμεσα μέσα από την αποκατάσταση των πυρόπληκτων περιοχών. Οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι απαιτούνται επιπλέον των επιδομάτων πάνω από 650-800.000.000 για την αποκατάσταση των περιοχών που επλήγησαν.
Τι ρόλο παίζουν οι τοπικές κοινωνίες στην ανασυγκρότηση των περιοχών τους;
Στην ανασυγκρότηση των πυρόπληκτων περιοχών οι τοπικές κοινωνίες και οι άνθρωποι που επλήγησαν θα πρέπει να στηριχθούν ώστε να παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο, όχι να παραμένουν στο περιθώριο όπως σήμερα.
Δεν έχει γίνει δυνατόν μέχρι σήμερα 2.000 αγρότες που έχουν πληγεί να αντιμετωπιστούν ως άνεργοι, η σχετική νομοθετική ρύθμιση δεν έχει προχωρήσει. Οι Οικολόγοι Πράσινοι σε πρόσφατη συνάντηση τους με τον κ. Π. Μολυβιάτη και με τον υφυπουργό κ. Κ. Κιλτίδη, πρότειναν να δημιουργηθεί με χρηματοδότηση από το Ταμείο Αρωγής μια «ομάδα υποστήριξης» που θα αποτελείται από κατοίκους των πυρόπληκτων περιοχών, η οποία, αφού εκπαιδευτεί κατάλληλα, θα επισκέπτεται τους πυρόπληκτους στα διάφορα χωριά, θα τους ενημερώνει, θα τους βοηθάει στην διεκπεραίωση των διαδικαστικών και άλλων θεμάτων, θα επιλύει τα προβλήματα που υπάρχουν.
Υπάρχουν αλλαγές στην πολιτική προστασίας των δασών την εποχή της κλιματικής αλλαγής;
Αν και οι κυβερνητικοί φορείς διατείνονται ότι έχουν αντιληφθεί το πρόβλημα, η μόνη καινοτομία που έχει σημειωθεί είναι η ενεργοποίηση του Ειδικού Φορέα Δασών, από τον οποίο ενισχύονται δασικά έργα προστασίας και αποκατάστασης, ενώ παραμένει κυρίαρχη η απουσία σχεδιασμού και πολιτικής, η συνεχής αποδυνάμωση της ήδη διαλυμένης Δασικής Υπηρεσίας, η αδυναμία να προωθηθεί η δημιουργία του Ενιαίου Φορέα Δασών (κατά το ομόφωνο πόρισμα της διακομματικής επιτροπής του 1993) που θα εμπλέξει θεσμικά όλες τις υπηρεσίες στην προστασία, πρόληψη και δασοπυρόσβεση. Αν όχι οι πολιτικοί, ποιος ευθύνεται για αυτή την κατάσταση;
Τι διδαχθήκαμε από το καλοκαίρι του 2007 και πώς θα αποφύγουμε στο μέλλον ανάλογες καταστροφές;
Βλέπουμε με ανησυχία να μην λαμβάνονται σοβαρά υπόψη οι παράγοντες που οδήγησαν στην βιβλική καταστροφή και να μην διαμορφώνεται μια νέα πολιτική για τα δάση. Με δεδομένο ότι κάθε χρόνο έχουμε 2-3.000 πυρκαγιές σε δάση και 12.000 πυρκαγιές συνολικά στην ύπαιθρο, η καταστροφή του καλοκαιριού 2007 θα έπρεπε να έχει οδηγήσει σε αφομοίωση των μαθημάτων και σε επίλυση των προβλημάτων και αδυναμιών στα θέματα της πρόληψης πυρκαγιών και της προστασίας των δασών.
Η έκταση της καταστροφής το καλοκαίρι 2007 οφείλεται σε συνδυασμό μιας σειράς παραγόντων, όπως η αλλαγή του κλίματος, πολιτικές που στρέφονται εναντίον του δάσους αλλά και αποκόπτουν το δάσος από τις τοπικές κοινωνίες, εγκατάλειψη της βιώσιμης διαχείρισης του δάσους και των φυσικών περιοχών, μεταφορά της πρόληψης και της έγκαιρης αντιμετώπισης των πυρκαγιών από το τοπικό επίπεδο σε κεντρικούς μηχανισμούς, που εμφανίζουν έλλειψη προετοιμασίας και κατάλληλης οργάνωσης, παθητικοποίηση τοπικών κοινωνιών, απουσία κατάλληλης ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης καθώς και κατάλληλης εκπαίδευσης.
Ίσως τα μόνα θετικά είναι η έγκαιρη - όπως δήλωσε ο υφυπουργός κ. Κιλτίδης - πρόσληψη 1.300 εποχικών και η συνεργασία δασικών και πυροσβεστών στην ομάδα που θα καλείται να συντονίσει την κατάσβεση πυρκαγιών στις διάφορες περιοχές.
Κύριε Χρυσόγελε, υπάρχουν συγκεκριμένες προτάσεις για να αποκατασταθούν οι πυρόπληκτες περιοχές αλλά και για να μην έχουμε επανάληψη αντίστοιχων φυσικών καταστροφών;
Οι Οικολόγοι Πράσινοι έχουν συστήσει ειδική θεματική ομάδα που μελέτησε την κατάσταση και μετά από σειρά επαφών με στελέχη των αρμόδιων τοπικών και κεντρικών φορέων του δημοσίου, που θα συνεχιστούν και στο μέλλον, έχουν καταλήξει στις εξής προτάσεις:
* Είναι αναγκαία μια συνεκτική πολιτική για την προστασία και τη βιώσιμη διαχείριση των δασών. Η σημερινή κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο. Οι πελατειακές σχέσεις, η αποσπασματικότητα και η σύγχυση αρμοδιοτήτων μεταξύ φορέων που τελικώς δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους οδηγούν στην υποβάθμιση των δασών, στα χιλιάδες αυθαίρετα και την στέρηση ενός βασικού αγαθού από τα παιδιά μας. Τόσο οι πολίτες όσο και τα πολιτικά κόμματα πρέπει να ανοίξουν έναν ειλικρινή διάλογο για τις αλλαγές σε αντιλήψεις και πολιτικές που απαιτούνται για την προστασία του δάσους.
* Η κλιματική αλλαγή αλλάζει τα πάντα και πρέπει να λαμβάνεται πλέον σοβαρά υπόψη σε όλες τις πολιτικές και πρακτικές, πολύ περισσότερο που είναι γνωστό ότι θα έχει επιπτώσεις στα οικοσυστήματα και τα δάση. Η αύξηση της θερμοκρασίας ήδη κατά περίπου 1 βαθμό Κελσίου στην περιοχή μας (με προοπτική να αυξηθεί άλλους 3-3,5 βαθμούς μέσα στον αιώνα), η μείωση των βροχοπτώσεων και η αύξηση της εξάτμισης, η μείωση της υγρασίας σε άλλοτε υγρά δάση, η μεγαλύτερη συχνότητα και διάρκεια ακραίων φαινομένων όπως οι καύσωνες (μέχρι το τέλος του αιώνα θα επικρατούν θερμοκρασίας πάνω από 37 βαθμούς Κελσίου για 60-100 ημέρες το χρόνο) στην Ελλάδα, θα αυξήσουν κατακόρυφα τους κινδύνους για τα δάση. Οι πυρκαγιές μπορεί να είναι πιο συχνές και πιο καταστροφικές και αν δεν υπάρξει η κατάλληλη προετοιμασία, κινδυνεύουμε άμεσα να χάσουμε όλα τα δάση, ακόμα και αυτά που λόγω υγρασίας δεν καίγονταν παλιότερα και βρίσκονται σε μεγαλύτερο υψόμετρα. Αυτά τα δάση είναι τα πλέον ευάλωτα και δεν θα ξαναδημιουργηθούν γιατί αυξάνεται η θερμοκρασία και μειώνονται οι βροχοπτώσεις. Απαιτείται, λοιπόν, μια συστηματική παρακολούθηση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και προσαρμογή στα νέα δεδομένα των πολιτικών προστασίας των δασών, πρόληψης πυρκαγιών και έγκαιρης κατάσβεσης τους. Η καταστροφή του καλοκαιριού 2007 δεν πρέπει να επαναληφθεί.
* Είναι απαραίτητο να αναληφθούν πρωτοβουλίες για ανταλλαγή εμπειριών και μόνιμη συνεργασία σε μεσογειακό επίπεδο και ιδιαίτερα μεταξύ Ελλάδας, Ιταλίας, Γαλλίας, Ισπανίας, Κύπρου, Τουρκίας και Πορτογαλίας για την πρόληψη και αποτελεσματική αντιμετώπιση των πυρκαγιών, τη θωράκιση του νομοθετικού πλαισίου και την αντιμετώπιση από κοινού εγκληματικών πράξεων που έχουν σχέση με την κερδοσκοπία γης, την διαχείριση των δασών την εποχή της κλιματικής αλλαγής.
* Το κύριο βάρος των πολιτικών προστασίας των δασών πρέπει να δοθεί στην εκπαίδευση και κατάλληλο εξοπλισμό των τοπικών κοινωνιών, στην ενδυνάμωση των εθελοντικών ομάδων πυροπροστασίας, στην μετακίνηση του βάρους της κατάσβεσης από τον αέρα στο έδαφος, στην πρόληψη και βιώσιμη διαχείριση των δασών, στη έγκαιρη και αποτελεσματική συνεργασία των διαφόρων υπηρεσιών (πολιτική προστασία, δασική, πυροσβεστική). Οι τοπικές κοινωνίες πρέπει να αποκτήσουν ξανά ενεργό ρόλο και να είναι σε θέση να κινητοποιούνται άμεσα και αποτελεσματικά, έχοντας κατάλληλα μέσα και γνώσεις. Ιδιαίτερα κίνητρα πρέπει να δοθούν για να επιστρέψουν πληθυσμοί και να συμμετάσχουν στη διαχείριση των ορεινών δασών.
* Όπως έχει αποδειχθεί επανειλημμένως, η επένδυση πόρων στην πρόληψη είναι πολύ πιο αποτελεσματική και σοφή πολιτική από την εκ των υστέρων αποζημίωση και προσπάθεια αποκατάστασης. Προτείνουμε να επενδύεται κάθε χρόνο στη βιώσιμη διαχείριση και προστασία των δασών ένα ποσό από τον κρατικό προϋπολογισμό καθώς και από ευρωπαϊκούς πόρους, δωρεές και ποσοστό της πράσινης φορολόγησης των ορυκτών καυσίμων ανάλογο με τον μέσο όρο της ζημιάς που έχει προκληθεί στα δάση και τις δασικές περιοχές από τις πυρκαγιές την τελευταία εικοσαετία. Για να εκτιμήσουμε το πραγματικό κόστος της ζημιάς που έχει προκληθεί από τις πυρκαγιές πρέπει να συνυπολογίσουμε με οικονομικούς όρους και τη ζημιά που προκαλείται από τη στέρηση των οικολογικών υπηρεσιών που προσφέρει το δάσος σε τοπικό και ευρύτερο επίπεδο (οικοσύστημα, αναψυχή, βιοποικιλότητα, εμπλουτισμός υδροφόρου ορίζοντα, ρύθμιση μικροκλίματος, προστασία από τη διάβρωση και απορρόφηση διοξειδίου του άνθρακα - προστασία παγκόσμιου κλίματος). Για παράδειγμα η ζημιά που προκλήθηκε από τις φωτιές το 2007 ανέρχεται σε 2,5-3,5 δισεκατομμύρια Ευρώ, αλλά για την πρόληψη θα δοθεί ποσό της τάξης των 8-15.000.000 Ευρώ και με την ευρύτερη έννοια όχι πάνω από 80.000.000 Ευρώ το 2008. Για την άμεση αποκατάσταση των ζημιών θα καταβληθεί ποσό πάνω από 650.000.000 Ευρώ και αν υπολογιστεί η καταβολή επιδομάτων, το ποσό αυτό θα φτάσει το 1 δισεκατομμύριο Ευρώ. Για την πρόληψη της πυρκαγιάς, το 2007 είχε δοθεί στο Δήμο Πύργου το ποσό των 35.000 Ευρώ!
* Σε νομοθετικό επίπεδο η αλλαγή του άρθρου 24 του Συντάγματος με στόχο να περιοριστεί η προστασία των δασών θα ήταν καταστροφική, όχι μόνο για το περιβάλλον αλλά και για την ζωή των μελλοντικών γενεών. Χρειαζόμαστε όσο ποτέ το δάσος, μετά μάλιστα τις πυρκαγιές του 2007, ιδιαίτερα σε μια εποχή που η κλιματική αλλαγή απαιτεί επέκταση και όχι περιορισμό των δασών για να περιοριστεί το διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Χρειάζονται, όμως, νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα κλείσουν τα παράθυρα σε όποιες προσπάθειες αποχαρακτηρισμού των δασών, νομιμοποίησης των αυθαιρέτων σε δάση και δασικές περιοχές καθώς και αλλαγής χρήσεων γης σε βάρος του δάσος. Αλλά πάνω από όλα χρειάζεται πολιτική βούληση για σύγκρουση με αντιλήψεις και συμφέροντα που βλέπουν το κοντόφθαλμο κέρδος και χάνουν το δάσος. Παράλληλα χρειάζεται μια πολιτική βιώσιμης διαχείρισης του δάσους που θα προσφέρει κίνητρα και οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες, που θα συμβάλει στην προστασία του δάσους με την ενεργή συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας. Η προστασία του δάσους μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την παρουσία των τοπικών κοινωνιών μέσα στα δάση, ως διαχειριστές και προστάτες του, όμως, και όχι ως καταπατητές του.
* Η δημιουργία ενός «Ανεξάρτητου Οργανισμού Προστασίας των Δασών από την Αυθαίρετη Δόμηση» με επαρκές θεσμικό πλαίσιο, μέσα, προσωπικό και πόρους για την κατεδάφιση όλων των αυθαιρέτων μέσα σε δάση και δασικές περιοχές είναι η αναγκαία απάντηση στον φόβο των εκάστοτε κυβερνήσεων μπροστά στο υποτιθέμενο πολιτικό κόστος κατεδάφισης τους. Μια πολιτική επαναφοράς του δικαίου στη διαχείριση των δημόσιων αγαθών, όπως είναι το δάσος, είναι απαίτηση πλέον σημαντικού τμήματος της ελληνική κοινωνίας. Τώρα μας χρειάζεται το δάσος και τα πολιτικά κόμματα. Οι θεσμοί πρέπει να ανταποκριθούν σε αυτή την ανάγκη με ωριμότητα.
* Τα πολιτικά κόμματα θα πρέπει να δεσμευτούν ότι τα στελέχη τους, και πολύ περισσότερο άτομα που καταλαμβάνουν δημόσια αξιώματα, όπως υπουργοί, βουλευτές, γενικοί γραμματείς, διοικητές οργανισμών κ.ά. που θα αποδειχθεί ότι έχουν χτίσει παράνομα μέσα σε δάση και δασικές περιοχές ή που έχουν καταπατήσει ή διευκολύνει άλλους να καταπατήσουν παρόμοιες εκτάσεις, θα χάνουν το αξίωμά τους και θα τίθενται οριστικά εκτός κόμματος, εκτός των άλλων ποινικών συνεπειών που θα πρέπει να αντιμετωπίσουν.
* Περιπτώσεις όπως αυτή της κατασκευής «αναψυκτηρίου» από πρώην υπουργό μέσα στη ζώνη προστασίας του Υμηττού, θα πρέπει να επισύρουν όχι μόνο πρόστιμα αλλά και ποινικές ευθύνες, ενώ θα πρέπει αυτόματα να κατεδαφίζεται το αυθαίρετο.
* Η προστασία των δασών απαιτεί συστηματική παρακολούθηση και ανάλυση των αιτιών των πυρκαγιών καθώς και παρέμβαση για την εξάλειψη παραγόντων που σχετίζονται με τον ανθρώπινο παράγοντα όπως: η πρόκληση πυρκαγιών από καλώδια ηλεκτρικού, απόρριψη και ανάφλεξη σκουπιδιών, κάψιμο καλαμιάς και γεωργικών υπολειμμάτων κα. Είναι σωστό να δοθούν αναλυτικά στοιχεία για τα αίτια των πυρκαγιών του 2007 καθώς και να υπάρξει έστω και τώρα επιμερισμός ευθυνών.
* Για να μειωθούν οι πιέσεις για αποχαρακτηρισμό δασών και δασικών εκτάσεων πρέπει να προβλεφθούν οικονομικά και άλλα εργαλεία που θα διευκολύνουν τη διατήρηση του δάσους ανεξαρτήτως καθεστώτος ιδιοκτησίας.
* Η αποκατάσταση των πυρόπληκτων περιοχών πρέπει να λαμβάνει υπόψη την υποχρέωση διατήρησης του δασικού χαρακτήρα των περιοχών (και όχι αλλαγής χρήσεων γης) και οικολογικής αναγέννησης του δομημένου περιβάλλοντος αλλά και του κοινωνικού και παραγωγικού ιστού των περιοχών που πλήττονται. Προτείνουμε να δημιουργηθεί ένας ειδικός οργανισμός, ευέλικτος και αποτελεσματικός, που θα αναλάβει τον σχεδιασμό και την υλοποίηση της οικολογικής, κοινωνικής και παραγωγικής αναγέννησης των πυρόπληκτων περιοχών, με διαφανείς και συμμετοχικές διαδικασίες και με δημόσια λογοδοσία για τους πόρους που θα διαχειρίζεται. Επίσης, να απασχοληθεί ο τοπικός πληθυσμός στην αποκατάσταση των πυρόπληκτων περιοχών.
Συνοπτική παρουσίαση απόψεων και προτάσεων των υπολοίπων συμμετεχόντων στην ημερίδα για τα δάση που οργάνωσαν οι Οικολόγοι Πράσινοι
Η συνάντηση διαλόγου πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα «Γκίνη» του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου της οδού Πατησίων, στην Αθήνα, και συμμετείχαν οι εξής:
Ο Νομάρχης Ηλείας, κ Χαράλαμπος Καφύρας, που παρουσίασε τις επιπτώσεις της μεγάλης καταστροφής στον κοινωνικό και παραγωγικό ιστό των περιοχών, ανέλυσε τις αδυναμίες και τις ευθύνες της κεντρικής διοίκησης που οδήγησαν στην καταστροφή (απουσία πρόληψης και χρηματοδότησης για τον καθαρισμό των δασών, όταν όλοι ήταν σίγουροι ότι θα έρθει η καταστροφή) και περιέγραψε την πολύ αργή διαδικασία αποκατάστασης αλλά και την απουσία ουσιαστικής στήριξης ακόμα και σήμερα των πυρόπληκτων περιοχών. Χαρακτηριστικά τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ζήτησε να αντιμετωπιστούν 2000 αγρότες ως άνεργοι αλλά μέχρι σήμερα δεν έχει προχωρήσει ούτε η νομοθετική ρύθμιση ούτε η απασχόληση των πληγέντων σε δραστηριότητες αποκατάστασης.
Ο Δήμαρχος Πύργου Ηλείας κ. Μάκης Παρασκευόπουλος, δεν αναφέρθηκε μόνο στο τι πέρασε η περιοχή και στο τι έφταιξε (χαρακτηριστικά τόνισε ότι «όλοι ξέραμε ότι η φωτιά θα έρθει, ήμασταν σίγουροι αλλά δεν βρήκαμε ανταπόκριση στην προσπάθεια για πρόληψη, πήραμε μόλις 35.000 ευρώ για πυροπροστασία μιας μεγάλης περιοχής»). Τόνισε ότι η έκταση της καταστροφής θα έπρεπε να ταρακουνήσει, αλλά και η πορεία της αποκατάστασης δημιουργεί έκπληξη γιατί αποκαλύπτει την «αδυναμία των ελλήνων για το αυτονόητο». Θύμισε ότι ο νομός Ηλείας, αν και προικισμένος με φυσικό πλούτο, ήταν από τους πιο φτωχούς, με ανεργία που έφτανε και πριν τις πυρκαγιές στο 35% μεταξύ των νέων. Ζήτησε να αντιμετωπιστεί από την κεντρική διοίκηση και τους φορείς η καταστροφή που έπληξε την καρδιά -το φυσικό περιβάλλον - του νομού Ηλείας ως μια ευκαιρία για να διαμορφωθεί ένα διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης, όχι όμως αυτούς που θα μπορούσαν να καταστρέψουν οριστικά την περιοχή. Φαίνεται ότι το πολιτικό σύστημα είναι συνολικά άρρωστο, αναρωτώμενος γιατί ενώ ξέρουμε τι πρέπει να γίνει, δεν προχωράει η αποκατάσταση. Τόνισε ότι σκηνοθετούν επί μήνες την αρχαία Ολυμπία, αλλά ξεχάστηκαν οι υπόλοιπες περιοχές του νομού. Ακόμα και για την πρόσληψη ανέργων συνεχίζει το πελατειακό σύστημα μέσω βουλευτών, ενώ δεν υπάρχει μια οργανωμένη συνολική πολιτική για τους άνεργους των πυρόπληκτων περιοχών.
Ο κ Κώστας Κοσμάς, καθηγητής Εδαφολογίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Εθνική Επιτροπή για την Καταπολέμηση της Ερημοποίησης, που συμμετείχαν στη μελέτη για τις πυρόπληκτες περιοχές, παρουσίασε αναλυτικούς πίνακες επικινδυνότητας 3 περιοχών από τις πυρόπληκτες περιοχές που κινδυνεύουν από διάβρωση και ερημοποίηση και ανέλυσε τα μέτρα και της πολιτικές που μπορούν να προωθηθούν για να περιοριστεί η έκταση του προβλήματος. Έκανε, επίσης, μια πρώτη εκτίμηση της αποτελεσματικότητας ορισμένων μέτρων και έργων στην περιοχή.
Η κα Σοφία Ευστράτογλου, καθηγήτρια Τμήματος Αγροτικής Οικονομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου έδωσε στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία μια πρώτη καταγραφή που έχει γίνει δείχνει ότι πλήγηκε το 35% της συνολικής έκτασης και το 37% του πληθυσμού 502 Δημοτικών Διαμερισμάτων, και συνολικά 42.990 αγρότες στις περιοχές (το 21% του συνόλου). Μια πρώτη αποτίμηση σχετικά με την καταστροφή του φυτικού, ζωικού και φυσικού κεφαλαίου εκτιμά ότι κάηκαν 244.000 στρέμματα ελαιοδέντρων, 21.000 στρέμματα αμπελώνων, 14.000 στρέμματα λοιπών δένδρων, 24.000 αιγοπρόβατα, 472 βοοειδή, 20.671 μελίσσια και 1.472.000 στρέμματα δάσους και δασικών εκτάσεων. Τόνισε ότι πέρα από την άμεση καταστροφή υπάρχει μεγάλη αδυναμία βόσκησης του εναπομείναντος ζωικού κεφαλαίου για τα επόμενα 2-5 τουλάχιστον χρόνια. Πρότεινε, μεταξύ άλλων να γίνει προσεκτική βόσκηση σε ελαιώνες που δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα και εκτίμησε ότι θα χρειαστούν 150.000.000 ευρώ τα επόμενα χρόνια για ζωοτροφές ώστε να στηριχθούν οι κτηνοτρόφοι που επλήγησαν.
Ο κ Λεωνίδας Λουλούδης, Αν. Καθηγητής, Εργαστήριο Γεωργικών Εφαρμογών, Αγροτικών Συστημάτων & Αγροτικής Κοινωνιολογίας και αντιπρύτανης του ΓΕΩΠΟΝΙΚΟΥ Παν/μίου τόνισε ότι παρά την τεράστια καταστροφή δεν έχει προκύψει βαθύτερος προβληματισμός για τη μεγάλης έκτασης αποτυχία του κράτους με την ευρύτερη έννοια, «δεν συζητήσαμε τι έφταιξε και γιατί αποτύχαμε». Η μεγάλη διαθεσιμότητα της κοινωνίας να βοηθήσει τις περιοχές πρέπει να συνδυαστεί με μια αναπτυξιακή πολιτική που λαμβάνει υπόψη τα δάση, ενώ θεώρησε ελπιδοφόρο το γεγονός της συμμετοχής της τοπικής κοινωνίας σε προσπάθειες διαβούλευσης που οργανώθηκαν σε πυρόπληκτες περιοχές.
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αιγαίου Σωτήρης Χτούρης παρουσίασε έρευνα σχετικά με το «Κοινωνικό Κεφάλαιο» και τις προσδοκίες των κατοίκων ενός αριθμού περιοχών που επλήγησαν από τις πυρκαγιές. Τόνισε ότι υπάρχει μεγάλη δυσπιστία στους κεντρικούς θεσμούς, όπως φάνηκε από την έρευνα, και εμπιστεύονται μόνο τοπικούς θεσμούς, όπως το Δήμο και τον αγροτικό συνεταιρισμό για την αποκατάσταση των περιοχών τους.
Ο Δρ. Γαβριήλ Ξανθόπουλος, Δασολόγος, ειδικός στις Δασικές Πυρκαγιές, Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων και Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων Αθηνών, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας (ΕΘΙΑΓΕ) που παρουσίασε τις αδυναμίες του συστήματος πρόληψης πυρκαγιών καθώς και συγκεκριμένες προτάσεις για άμεσα και μακροχρόνια μέτρα και πολιτικές σχετικά με την προστασία των δασών.
Ο κ. Χρήστος Λαμπρής, εκπρόσωπος του Πυροσβεστικού Σώματος, παρουσίασε στοιχεία σχετικά με τις πυρκαγιές του περσινού καλοκαιριού και προτάσεις για μια σειρά πρωτοβουλιών που πρέπει να προωθούν για την βελτίωση του συστήματος προστασίας και πρόληψης πυρκαγιών. Οι εκτιμήσεις για την έκταση της καταστροφής δείχνουν ότι από τις πυρκαγιές του καλοκαιριού κάηκαν 2.750.000 στρέμματα, αλλά 2.000.000 στρέμματα (το 70% της συνολικής έκτασης που κάηκε το 2007) κάηκαν από 5-7 πυρκαγιές. Μεγάλες ήταν και οι απώλειες ανθρώπινων ζωών. Τόνισε, ότι οι πυρκαγιές που ξεσπούν κάθε χρόνο παραμένουν σταθερές και κυμαίνονται μεταξύ 3-4.000 δασικές, ενώ συνολικά στην ύπαιθρο ξεσπούν περίπου 12.000 πυρκαγιές το χρόνο. Τόνισε, χαρακτηριστικά «ότι καιγόμαστε, δεν μας καίνε». Ανέλυσε τις συνθήκες που οδηγούν σε μεγάλης έκτασης καταστροφή. Με τον πρώτο καύσωνα κάηκαν συνολικά 45-60.000 στρέμματα, με το δεύτερο κάηκε τριπλάσια έκταση 160-180.000 στρέμματα και με τον τρίτο καύσωνα κάηκαν 360.000 στρέμματα. Τόνισε ότι τα ελικόπτερα και τα αεροπλάνα δεν μπορούν να σβήσουν τη φωτιά αλλά μόνο να την περιορίσουν, λόγω καιρού ή επειδή τη νύχτα δεν μπορούν να ενεργούν. Η έγκαιρη επέμβαση και ο καθαρισμός των δασών και γενικότερα η πρόληψη πρέπει να είναι η προτεραιότητα με δεδομένο ότι αναμένεται ότι η ένταση των πυρκαγιών και η ξηρασία θα αυξηθούν τα επόμενα χρόνια λόγω της αύξησης της καύσιμης ύλης, των νέων κλιματικών αλλαγών και των προβλημάτων του μηχανισμού, καθώς και της γήρανσης των πληθυσμών και την εγκατάλειψη των χωριών που κάποτε προστάτευαν και διαχειρίζονταν τα δάση.
Ο Χρήστος Τσαϊτουρίδης, Ειδικός Επιστήμονας στον Κύκλο Ποιότητας Ζωής, ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ παρουσίασε στοιχεία σχετικά με τις υποθέσεις στις οποίες έχει εμπλακεί ο ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ σχετικά με την προστασία και διαχείριση των δασικών περιοχών. Σύμφωνα με τα στοιχεία του, τα δασαρχεία πλέον εξαντλούνται σε γραφειοκρατικές διαδικασίες και ελάχιστα ασχολούνται με δραστηριότητες διαχείρισης και ανέφερε χαρακτηριστικά ότι στο Δασαρχείο Πεντέλης κάθε υπάλληλος έχει 2-3.000 εκκρεμείς υποθέσεις στην ευθύνη του. Τόνισε ότι το δάσος πρέπει να αντιμετωπίζεται ως πλέγμα χλωρίδας και πανίδας, ενώ αναφέρθηκε στην απουσία εφαρμογής των διαχειριστικών μελετών ακόμα και όταν υπάρχουν.
Ο εκπαιδευτικός περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και μέλος της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας Κώστας Παπακωνσταντίνου μίλησε για το ρόλο της κοινωνίας των πολιτών στην οικολογική ανασυγκρότηση των πυρόπληκτων περιοχών, μίλησε για την εγκατάλειψη της υπαίθρου και την αποδυνάμωση των τοπικών κοινωνιών που οδηγεί σε εγκατάλειψη και απουσία διαχείρισης του δάσους και αλλαγές στην ύπαιθρο, που οδηγούν σε μεγάλης έκτασης και ανεξέλεγκτες καταστροφές. Τόνισε ότι η προστασία πρόληψης και η προσπάθεια έγκαιρης κατάσβεσης πρέπει να επικεντρωθεί στα σχετικά ψηλά δασικά οικοσυστήματα το οποία δημιουργήθηκαν σε άλλες κλιματικές συνθήκες, πιο ψυχρές και τα οποία όταν καίγονται (κάτι που δεν συνέβαινε στην έκταση που παρατηρείται τελευταία) δεν θα μπορούν να αναγεννηθούν ξανά και θα χαθούν οριστικά λόγω της ανόδου της θερμοκρασίας εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.
Η Θεοδώτα Νάντσου, υπεύθυνη πολιτικής του WWF αναφέρθηκε στη προληπτική πολιτική για την προστασία των δασών, ότι θα πρέπει να υπάρχει διαχείριση και προστασία του δάσους και τους υπόλοιπους 9 μήνες. Ανακοίνωσε ότι η περιβαλλοντική οργάνωση έχει συγκεντρώσει στοιχεία για καταπατήσεις και αλλαγή χρήσης γης σε πυρόπληκτες περιοχές, τις οποίες θα παρουσιάσει σύντομα στη δημοσιότητα. Υπενθύμισε ότι η WWF ως περιβαλλοντική οργάνωση κατάφερε να χαρτογραφήσει με τη συνεργασία επιστημόνων και να συντάξει γρήγορα τον οικολογικό απολογισμό των καταστροφών του Αυγούστου 2007 στην Πελοπόννησο και την Εύβοια και αναρωτήθηκε γιατί δεν μεταφράζεται σε εφαρμογή και αλλαγή πολιτικής η γνώση που υπάρχει. Παρουσίασε επίσης τη συνεργασία που συμφωνήθηκε μεταξύ WWF και Δικηγορικού Συλλόγου για θέματα νομικής προστασίας των δασών.
Ο Δημ. Λάσδας, πρόεδρος της εθελοντικής επιτροπής Περιβάλλοντος Δήμου Ν. Πεντέλης και ο Αλ. Αργυρόπουλος, μέλος της εθελοντικής επιτροπής αναφέρθηκαν στην εμπειρία τους από τη μεγάλη ενεργοποίηση των εθελοντών για την προστασία όποιου δάσους έχει απομείνει στην Πεντέλη. Ο Δημ. Λάσδας αναφέρθηκε επίσης και στην διεκδίκηση τεράστιων εκτάσεων από τη Μονή Πεντέλης.
Σε παρεμβάσεις τους:
Ο Η. Γιαννίρης πολεοδόμος, από το Παρατηρητήριο Ελεύθερων Χώρων, παρουσίασε συμπεράσματα από μια έρευνά του που δείχνει ότι το δίκτυο διανομής ζωοτροφών καταρρέει και δεν υπάρχει οργανισμός που να αναλάβει οργανωμένα την αποκατάσταση των πυρόπληκτων περιοχών.
Ο Στάθης Διομήδης, εθελοντής δασοπυροσβέστης και μέλος των Ελλήνων Ενεργών Πολιτών, μετέφερε τις εικόνες του από την επίσκεψη σε 42 πυρόπληκτα χωριά για βοήθεια και τόνισε ότι βασικός στόχος πρέπει να είναι η ενεργοποίηση των πολιτών για την προστασία του φυσικού πλούτου της χώρας και η τοπική κοινωνία έχει τεράστιες δυνατότητες να οργανωθεί, αναφέροντας το παράδειγμα της Δημάρχου Μελιγαλά που κινητοποίησε την τοπική κοινωνία αλλά και άλλες πρωτοβουλίες πολιτών που ανέλαβαν να εξασφαλίσουν υποδομές, όπως μικρά πυροσβεστικά που προσαρμόζονται σε τρακτέρ και προσπάθειες που έσωσαν περιοχές από την καταστροφή.
Ο Γιάν. Μπακόπουλος, από το σύνδεσμο επιστημόνων για την προστασία των δασών, αναφέρθηκε στις δυνατότητες χρήσης σύγχρονης τεχνολογίας στην πρόληψη πυρκαγιών και την προστασία των δασών.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου