το άρθρο μου αυτό δημοσιέυτηκε στις 8 Μαίου στο www.zoomnews.gr
Ζούμε μια βαθιά κρίση, δημοσιονομική, οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική, χωρίς όμως ως κοινωνία να έχουμε ξεκαθαρίσει πώς και γιατί φτάσαμε σε αυτήν. Ακόμα και όσοι έχουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την καταστροφική πορεία της χώρας μιλούν για την κρίση σαν να έπεσε από τον ουρανό, να μην είναι αποτέλεσμα επιλογών, λαθών, αστοχιών.
Τα δυο κόμματα εξουσίας μιλάνε για μέρος αυτής της κρίσης και μάλιστα με τρόπο που θα τους επιτρέψει – ελπίζουν – να μονοπωλούν τη διαχείριση της εξουσίας μακροχρόνια. Φαντάζονται ότι με λίγο χρώμα και μικρο-αλλαγές στη βιτρίνα το μαγαζί θα συνεχίσει να πουλάει, ακόμα και αν το εμπόρευμα έχει σαπίσει. Άλλα κόμματα επιδιώκουν να καρπωθούν την συσσωρευμένη οργή χωρίς να διανοούνται να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί αλλά κυρίως χωρίς να προτείνουν λύσεις για την έξοδο από την κρίση. Η κρίση αντιμετωπίζεται ως ευκαιρία για περισσότερη (κομματική) πελατεία, χωρίς όμως το μαγαζί να έχει κάτι να προσφέρει.
Αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε την κρίση και να αντιμετωπίσουμε όσα μας οδήγησαν σε αυτήν, χρειάζεται να κοιτάξουμε ως κοινωνία βαθιά μέσα στην πληγή, ώστε να μάθουμε από τα λάθη και να μπορέσουμε, συνειδητά, να αλλάξουμε αξίες και να θέσουμε διαφορετικές πολιτικές και κοινωνικές προτεραιότητες. Απαραίτητο, όμως, είναι να παραδεχτούμε ότι το πρόβλημα της χώρας δεν είναι μόνο δημοσιονομικό ή οικονομικό.
Η οργή της κοινωνίας είναι κατανοητή. Όσο, όμως, δεν μετατρέπεται η οργή σε συνειδητή επιλογή αλλαγής όλων αυτών που μας οδήγησαν στην πολλαπλή χρεοκοπία, το κοινωνικό τοπίο θα γίνεται όλο και πιο γκρίζο. Η οργή δεν οδηγεί από μόνη της σε αλλαγές, μερικές φορείς αποτελεί και μέρος του προβλήματος που βιώνουμε. Σε κάθε περίπτωση δεν είναι η οργή αυτή που θα μας βγάλει από τα σημερινά αδιέξοδα. Η διέξοδος από την κρίση μπορεί να προκύψει αν αναδυθούν νέες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που θα συγκλίνουν σε ένα συνεκτικό σχέδιο βαθιών αλλαγών που θα αφορούν ταυτοχρόνως στην καθημερινή μας ζωή, στην οργάνωση της κοινωνίας και της διοίκησης, στις επιλογές της πολιτικής αλλά και της οικονομίας.
Ένας από τους κύριους λόγους αποτυχίας των επιλογών που προωθούνται από την κυβέρνηση και την τρόϊκα είναι ότι αυτές έχουν επικεντρωθεί κυρίως στα δημοσιονομικά μεγέθη, ούτε καν στην πραγματική οικονομία. Αλλά η δημοσιονομική κρίση, όπως παραδέχονται όλοι, δεν ήταν ένα αυτόνομο φαινόμενο αλλά το αποτέλεσμα επιλογών του πολιτικού, οικονομικού, αξιακού και κοινωνικού συστήματος που επικράτησε μεταπολιτευτικά στη χώρα μας, με ρίζες στην εποχή της χούντας. Δεν πρόκειται για μια κρίση που ξεπήδησε από το πουθενά, δεν προέκυψε μόνο ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Ακόμα και αν υπήρχε ένας μαγικός τρόπος για να αντιμετωπιστούν τα δημοσιονομικά προβλήματα της χώρας χωρίς αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτιών που τα δημιούργησαν, το πολύ-πολύ να επιστρέφαμε ως κοινωνία εκεί από όπου ξεκινήσαμε, δηλαδή σε προσδοκίες για εύκολο και γρήγορο πλουτισμό, άκριτη κατανάλωση και μάλιστα χωρίς όρια, ιδιοποίηση του δημόσιου προς όφελος ενός τυχοδιωκτικού ιδιωτικού συμφέροντος, λεηλασία του περιβάλλοντος χωρίς καμία ηθική αναστολή, απαξίωση του πολιτικού διαλόγου και της σύνθεσης μέσα από τη διαφορετικότητα, τυφλή εμπιστοσύνη σε ότι χαϊδεύει τα αυτιά και υπόσχεται «μαγικές λύσεις» ακόμα και αν η πραγματικότητα δείχνει άλλα.
Η κυβέρνηση έχει αποτύχει, αυτό είναι όλο και πιο φανερό. Αλλά την οργή της κοινωνίας εκμεταλλεύονται, προς προσέλκυση εκλογικής πελατείας, κυρίως κόμματα που επικεντρώνουν στα αποτελέσματα της κρίσης ως τέτοια, χωρίς να παρουσιάζουν μια εναλλακτική πρόταση διεξόδου. Είναι μια αποδοτική μέθοδος αφού συσπειρώνει κάθε δυσαρεστημένο αλλά δεν προσφέρει λύσεις άμεσα (πχ δημιουργία θέσεων εργασίας, βελτίωση της ζωής των πολιτών) ούτε όμως και μακροχρόνια.
Το πρόβλημα της χώρας θα μεγαλώνει δραματικά αν δεν αναδειχθούν και υποστηριχθούν μαζικά, σε κοινωνικό, πολιτικό και εκλογικό επίπεδο, εναλλακτικές πολιτικές, που θα συνδυάζουν ένα ρεαλιστικό όραμα για το αύριο της χώρας με άμεσες, επείγουσες παρεμβάσεις που αντιμετωπίζουν σε λογικό χρονικό διάστημα και με ισορροπημένες, δίκαιες και στοχευμένες παρεμβάσεις τα δημοσιονομικά προβλήματα, παράλληλα με τη στροφή της οικονομίας προς πράσινη κατεύθυνση, την ανασυγκρότηση της κοινωνικής συνοχής και την αποκατάσταση των περιβαλλοντικών αντοχών.
Η αποτυχία του σημερινού κυβερνητικού «σχεδίου» οδηγεί σε διαφορετικούς δρόμους. Ο ένας, ο «εύκολος», βασίζεται σε απλοϊκά, λαϊκίστικα συνθήματα και επικίνδυνες σχηματοποιήσεις και ευνοεί - αξιοποιώντας τη γενικευμένη οργή των πολιτών - την ένταση των κοινωνικών συγκρούσεων, την αποσύνθεση της κοινωνίας μέσα από διάφορες παραλλαγές «ανυπακοής», με τελική κατάληξη την πλήρη διάλυση. Είναι ένας δρόμος που προτείνεται από τα δεξιά και αριστερά του κομματικού φάσματος, δεν προσφέρεις λύσεις στο σήμερα, υπόσχεται την ευτυχία σε έναν απροσδιόριστο παράδεισο που θα έρθει …μετά την κρίση. Για ένα σημαντικό κομμάτι της αριστεράς που τον προτείνει, μοιάζει απελπιστικά με αυτόν που εγκατέλειψαν πριν από 2 δεκαετίες οι λαοί της Α. Ευρώπης.
Υπάρχει, βέβαια, ένας άλλος δρόμος, πολύ πιο δύσκολος, που απαιτεί υπέρβαση του σημερινού πολιτικού συστήματος, περιθωριοποίηση του μεγαλύτερου μέρους του πολιτικού προσωπικού, αυτοκριτική σε βάθος, αλλαγές αξιών, αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων σε όλα τα επίπεδα, πολιτικό διάλογο, κοινωνική (αυτό)οργάνωση και συνεργασία, κριτική σε βάθος αλλά και προτάσεις με συνοχή, αξιοποίηση «καλών παραδειγμάτων» από την Ευρώπη. Σε τελευταία ανάλυση απαιτεί περισσότερη πολιτική (με την ουσιαστική έννοια της λέξης), περισσότερη κοινωνική αλληλεγγύη, περισσότερη Ευρώπη, περισσότερη «ποιότητα», περισσότερη δημοκρατία και συμμετοχή. Στην Ευρώπη πρωταγωνιστικό ρόλο παίζουν οι Πράσινοι, θα μπορούσε να γίνει και στην Ελλάδα με την μαζικοποίηση αλλά και ποιοτική ανάπτυξη των Οικολόγων Πράσινων.
Προϋπόθεση για μια τέτοια πολιτική αλλαγή είναι να αποφασίσει η κοινωνία, ή έστω σημαντικά τμήματα της κοινωνίας, ότι δεν υπάρχει πλέον «επιστροφή στο παρελθόν». Κεντρικός πυρήνας μιας τέτοιας πολιτικής είναι η απόφαση ότι το παρόν και το μέλλον της χώρας θα οικοδομηθούν σε διαφορετικές βάσεις, η προσωπική και συλλογική «πρόοδος» δεν θα βασίζεται στο «όλο και περισσότερα» (καταναλωτικά αγαθά, γερό πορτοφόλι, «αρπαχτές», διαπλοκή, εύκολο χρήμα, ταχύτητα, «δικαίωμα στη σπατάλη»), αλλά στο «όλο και καλύτερα» (οικολογικές γειτονιές, αποδοτικές δημόσιες συγκοινωνίες, ουσιαστική παιδεία και εκπαίδευση, πολιτική για την κοινωνικά υπεύθυνη απασχόληση, έμφαση σε πολιτικές για την υγεία, μείωση της σπατάλης φυσικών πόρων, κοινωνική συνοχή, ενεργειακή αποδοτικότητα, ελαχιστοποίηση σκουπιδιών, υπεράσπιση του δημόσιου συμφέροντος, δικαιοσύνη στις σχέσεις μεταξύ των γενεών, κοινωνικά και περιβαλλοντικά υπεύθυνο οικονομικό μοντέλο).
Το έδαφος είναι γόνιμο για παρόμοιες αλλαγές που ξεφυτρώνουν σήμερα ως μικρές νησίδες προσωπικών επιλογών ή επιλογών μικρών ομάδων. Από μόνες τους δεν οδηγούν σε μια πρόταση διεξόδου από την κρίση. Χρειάζεται να αποκτήσουν κοινωνικές διατάσεις τέτοιες που θα επαναπροσδιορίσουν το μοντέλο κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης και θα αλλάξουν τους πολιτικούς και εκλογικούς συσχετισμούς.
Όσο και αν φαντάζει σήμερα κάτι τέτοιο ουτοπικό, στην πραγματικότητα είναι η μόνη ρεαλιστική διέξοδος για τη χώρα. Απέναντι στην κατάρρευση της οικονομίας, η εναλλακτική λύση δεν είναι μια ασαφής «αντίσταση» που δεν προσφέρει θέσεις εργασίας σε αυτούς που πετάγονται στην ανεργία. Η πίεση για αλλαγή στις σχετικές πολιτικές και η αυτο-οργάνωση των πολιτών σε τομείς που παρουσιάζουν σημαντικές δυνατότητες για απασχόληση, όπως για παράδειγμα μορφές κοινωνικής οικονομίας στην επαναχρησιμοποίηση υλικών και προϊόντων, στην εξοικονόμηση ενέργειας, στον τομέα των κοινωνικών υπηρεσιών ή η ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών μετακίνησης, μπορεί να προσφέρουν λύσεις για τους άνεργους, να συμβάλλουν στην στροφή προς βιώσιμες και κοινωνικά αναγκαίες οικονομικές δραστηριότητες, να βελτιώσουν τις περιβαλλοντικές επιδόσεις της χώρας.
Πολλές αλλαγές στη χώρα μας έπρεπε και μπορούσαν να είχαν γίνει σε άλλες εποχές, κάτω από καλύτερες προϋποθέσεις. Σε ορισμένες χώρες προωθήθηκαν αποτελεσματικά μέσα από ένα συνδυασμό πρωτοβουλιών από τα κάτω – πρωτοβουλίες πολιτών – και από τα πάνω (προώθηση υποστηρικτικών πολιτικών με πρωτοβουλία ή πίεση των Πρασίνων). Στην σημερινή Ελλάδα, όμως, παρόμοιες αλλαγές αποτελούν θέμα επιβίωσης, δεν είναι αναγκαίες μόνο για καλύτερη ποιότητα ζωής. Μπορούμε να μετατρέψουμε την κρίση σε μια ευκαιρία αλλαγών και μακροχρόνιας, ουσιαστικής ευημερίας για όλους, όχι όμως στηριγμένης αποκλειστικά στα εισοδήματα, αλλά κυρίως μέσα από την ανάπτυξη κοινωνικών υποδομών και συνθηκών ζωής που επιτρέπουν να ζούμε καλύτερα, πιο ανθρώπινα, με καλύτερη υγεία και σχέσεις αλληλοβοήθειας ακόμα και αν έχουμε μικρότερα εισοδήματα.
Η ευθύνη του πολιτικού συστήματος και των κυρίαρχων, ακόμα, κομμάτων είναι τεράστια. Είναι απαραίτητο να μπουν στο περιθώριο και να αναδειχθούν νέες, δημιουργικές κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις. Πρέπει να επιστραφούν στα δημόσια ταμεία, εκεί από όπου κλάπηκαν, τα χρήματα από μίζες, λάδωμα, διαφθορά, φοροκλοπή. Χρειάζεται να μάθουμε ποιοι τα «πήραν». Αλλά δεν θα υπάρξει διέξοδος στην κρίση αν δεν ψάξουμε σε βάθος το πώς και γιατί φτάσαμε εδώ, αν δεν αναλύσουμε σε βάθος τα λάθη του μοντέλου ανάπτυξης αλλά και του πολιτικού συστήματος. Στη βάση μιας τέτοιας ανάγκης θα πρέπει να τεκμηριώνεται η πρόταση για δημιουργία μιας ανεξάρτητης Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου του δημόσιου χρέους, με απόφαση του ελληνικού κοινοβουλίου, ώστε να υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης σε όλα τα στοιχεία. Σε αυτή θα πρέπει να συμμετέχουν Έλληνες και ξένοι ειδικοί και εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών.
Θα ήταν λάθος, όμως, αν η συζήτηση για την Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου επικεντρώνονταν σε προσδοκίες διαγραφής του χρέους ή μεγάλου μέρους του χρέους, υπονοώντας ότι μέσα από την δουλειά της θα εντοπισθεί μεγάλο «απεχθές» χρέος που η χώρα θα απαιτήσει να παραγραφεί, ακολουθώντας παραδείγματα χωρών της Λατινικής Αμερικής. Προφανώς η Ελλάδα, μια χώρα μέλος της ΕΕ και της Ευρωζώνης, δεν μπορεί να ακολουθήσει το παράδειγμα χωρών της Λατινικής Αμερικής. Η συζήτηση για την Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου δεν πρέπει, επίσης, να αποπροσανατολίζει από το πρωτεύον, το ότι δηλαδή η χώρα έφτασε στη χρεοκοπία γιατί ακολούθησε λάθος μοντέλο ανάπτυξης που, αν και όλοι καταλάβαιναν ότι δεν ήταν βιώσιμο, δεν ήθελαν ή δεν έκαναν τίποτα για να το αλλάξουν. Η επιβίωσή μας ως κοινωνία περνάει μέσα από ρήξεις με το παρελθόν, μέσα από βαθιές αλλαγές, όχι μέσα από την συντήρηση καταστάσεων σαν κι αυτές που μας οδήγησαν στην πολύπλευρη και βαθιά κρίση.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1 σχόλιο:
Νίκο, πολύ καλό.
Θα το διαδώσουμε.
Γ.Βλοντάκης
Δημοσίευση σχολίου