Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2008

Οικολογική μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος

Του Ν. Χρυσόγελου, μέλους της Γραμματείας των Οικολόγων Πράσινων

Ζούμε διεθνώς μια οικονομική κρίση του μοντέλου οικονομίας που στηρίζεται κυρίως σε μετακινήσεις τεράστιων χρηματιστηριακών κεφαλαίων που προέρχονται από το πετρέλαιο και υπεραξίες-φούσκες, σε επιθετικές συμπεριφορές και πολιτικές ρίσκου που υιοθετούν οι μάνατζερ για να αποκομίσουν μεγαλύτερα μπόνους, σε άμεση εμπλοκή των οικονομικών δραστηριοτήτων με την πολιτική εξουσία.

Στην Ελλάδα οι ιστορίες με τα ομόλογα των ασφαλιστικών ταμείων, τις μίζες της Siemens, τη σπατάλη 15 δις (?) για τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων, την επέλαση της οικοδομής σε φυσικές και νησιωτικές περιοχές, τα σκάνδαλα με τη Μονή Βατοπεδίου, τους αποχαρακτηρισμούς δασών και υγροτόπων αναδεικνύουν την πολλαπλή κρίση: διαφθορά και απουσία πολιτικού σχεδιασμού, προχειρότητα και εξυπηρέτηση συμφερόντων, αξιοποίηση του δημόσιου πλούτου και του περιβάλλοντος για κομματικές, πελατειακές και προσωπικές εξυπηρετήσεις.

Οι πελατειακές σχέσεις, η μεγάλη εξάρτηση από το πετρέλαιο και η σπατάλη οικονομικών πόρων σε αδιέξοδες πολιτικές έχει αυξήσει το χάσμα μεταξύ της επίσημης οικονομίας που καταρρέει και της παραοικονομίας που ανθεί με τη βοήθεια και διεφθαρμένων κρατικών και κομματικών υπαλλήλων και πολιτικών.

Σε αυτό το πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον είναι «φυσικό» να διαπιστώνεται απουσία μιας οικονομικής και φορολογικής πολιτικής με όραμα και στόχους για κοινωνική και περιβαλλοντική βιωσιμότητα. Είναι γεγονός ότι χρειάζεται βαθιά μεταρρύθμιση της οικονομικής αλλά και της φορολογικής πολιτικής. Η κυβέρνηση, που υποτίθεται προκάλεσε τις εκλογές με δικαιολογία τα θέματα του προϋπολογισμού και της οικονομίας, δεν προχώρησε μέσα από διάλογο σε μια ουσιαστική μεταρρύθμιση με κοινωνικές και περιβαλλοντικές διαστάσεις, όπως απαιτούν οι καιροί. Αντίθετα, πρόχειρα, κυριολεκτικά στο πόδι, εξαπολύει μια σειρά μέτρων με μόνο στόχο να εισρεύσουν χρήματα στα τρύπια ταμεία, μέτρα που αλλάζουν συνεχώς – ένδειξη ότι δεν έχουν συζητηθεί και ωριμάσει. Κανένα όραμα ή πολιτικός στόχος, απλώς επιδρομή κατά δικαίων και αδίκων, στη λογική «πονάει κεφάλι, κόβει κεφάλι».

Η κυβέρνηση προωθεί υποτίθεται το «ταμείο κατά της φτώχειας» που θα δαπανά 500.000.0000 ευρώ ετησίως στο πλαίσιο μιας κοινωνικής πολιτικής. Την ίδια στιγμή αποσκοπεί στην εισροή μέσω των πρόσφατων ρυθμίσεων 600.000.000 ευρώ που θα προέλθουν κυρίως από τους μικρομεσαίους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, στη λογική ότι φοροδιαφεύγουν. Όμως αυτοί που τελικά θα πληρώσουν είναι όσοι εργάζονται σκληρά, ιδιαίτερα η γενιά των 700-800 ευρώ, και όσοι μικρομεσαίοι προσπαθούν με το ζόρι να επιβιώσουν. Αυτοί που πραγματικά φοροδιαφεύγουν θα πληρώσουν ελάχιστα. Είναι διαφορετικό να πληρώσει φόρο 1000 Ευρώ κάποιος που το εισόδημά του είναι 10-12.000 Ευρώ και διαφορετικό να πληρώσει το ποσό αυτό κάποιος που έχει πραγματικό εισοδήματα 50-60.000 αλλά παρουσιάζει εισόδημα στην εφορία 6.000 Ευρώ. Στο ταμείο θα εισρεύσουν, λοιπόν, χρήματα αλλά κυρίως από αυτούς που δεν έχουν και αυτούς που είναι λίγο-πολύ εντάξει στις υποχρεώσεις τους. Οι άλλοι θα συνεχίσουν να φοροδιαφεύγουν.

Οι ρυθμίσεις θα οδηγήσουν σε αύξηση της φτώχειας, επιδείνωση της πραγματικής οικονομίας και μείωση των εσόδων από τη φορολογία, λόγω αύξησης της φοροδιαφυγής. Είναι πιθανόν οι συνεπείς φορολογούμενοι πολίτες να μειωθούν κι άλλο. Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι είναι άμεση η ανάγκη εφαρμογής παρόμοιων μέτρων για το καλό της κοινωνίας και για την εξεύρεση 2-3 δισεκατομμυρίων, δεν διστάζει να δαπανά τεράστια ποσά για εξοπλιστικά προγράμματα (23 δισεκατομ ευρώ την επόμενη δεκαετία), να «χρεώνει» με τις υπερτιμολογήσεις διαφόρων έργων, τις πελατειακές εξυπηρετήσεις και τις μίζες σε όλα τα επίπεδα την κοινωνία και τις επόμενες γενιές και αδυνατεί να αξιοποίηση με αποτελεσματικό τρόπο και προς όφελος της βιωσιμότητας τους ευρωπαϊκούς πόρους.


Αν κάτι μπορεί να βελτιώσει την πραγματική οικονομία αλλά και τα φορολογικά έσοδα είναι μια αξιόπιστη, διαμορφωμένη μέσα από διάλογο νέα οικονομική και φορολογική πολιτική που θα κινητοποιεί τις καλύτερες δυνάμεις της κοινωνίας, θα δημιουργεί σταδιακά σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους και πολιτών και θα επιτυγχάνει παράλληλα μετρήσιμους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς στόχους. Όλο και περισσότεροι μιλάνε για την πράσινη οικονομία και για μια πράσινη-οικολογική φορολογική μεταρρύθμιση αλλά λίγοι πραγματικά αντιλαμβάνονται τις αλλαγές που απαιτούνται.

«Πράσινη» Μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος
Οι προτάσεις των Οικολόγων Πράσινων

► Αν αντιμετωπίζονταν η διαφθορά θα βελτιώνονταν και τα οικονομικά της χώρας.
► Το κόστος της διαφθοράς στην Ελλάδα ανέρχεται σε αρκετά δισεκατομμύρια ετησίως.
► Η γραφειοκρατία κοστίζει στη χώρα το 6,8% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (Α.Ε.Π)
► Οι σχεδιαζόμενοι εξοπλισμοί για την επόμενη δεκαετία ξεπερνούν τα 20-23 δισεκατομμύρια
► Οι Ολυμπιακοί Αγώνες κόστισαν στη χώρα 15 δισεκατομμύρια Ευρώ
► Μέσα σε ελάχιστα όσοι μπλέχτηκαν με τα ομόλογα των ασφαλιστικών ταμείων κέρδισαν δεκάδες εκατομμύρια ευρώ
► Στελέχη της Siemens έχουν δηλώσει ότι το 10% των συνολικών χρημάτων των μαύρων ταμείων, δηλαδή 100.000.000, κατέληξαν για μίζες στην Ελλάδα

Οι Οικολόγοι Πράσινοι επέκριναν τα πρόσφατα φορολογικά μέτρα της κυβέρνησης και κάλεσαν σε έναν ουσιαστικό διάλογο για την προώθηση μιας βαθιάς μεταρρύθμισης του φορολογικού συστήματος που θα βασίζεται σε μια σειρά νέες προσεγγίσεις:
- Αντιμετώπιση της διαφθοράς σε όλα τα επίπεδα και της «παραγωγής» μαύρου χρήματος που συνήθως μετατρέπεται σε προκλητική καταναλωτική συμπεριφορά και αυξάνει το χάσμα μεταξύ αυτών που έχουν υπερβολικά πολλά και σπαταλούν ασύστολα και αυτών που δεν έχουν τίποτα.
- Δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους και πολιτών, με ίσα δικαιώματα αντιστοίχως, χωρίς τη μετατροπή του κράτους σε δυνάστη των πολιτών, με τη βάναυση παραβίαση στοιχειωδών κανόνων σωστής λειτουργίας της διοίκησης.
- Μετατόπιση της φορολόγησης από την εργασία προς την καταναλωτική συμπεριφορά, έτσι ώστε οι φόροι να αντιστοιχούν όχι τόσο στα έσοδα από την εργασία όσο κυρίως στη φορολόγηση της σπατάλης και της συμπεριφοράς που προκαλεί σοβαρά περιβαλλοντικά και κοινωνικά προβλήματα και εξάντληση των φυσικών πόρων.
- Το φορολογικό σύστημα δεν μπορεί να έχει μόνο εισπρακτικό χαρακτήρα, πρέπει παράλληλα να δημιουργεί κίνητρα για την προώθηση της πράσινης επιχειρηματικότητας, τη δημιουργία θέσεων εργασίας σε υπηρεσίες και προϊόντα που βελτιώνουν το περιβάλλον και την ποιότητα ζωής αλλά και να μειώνει το χάσμα μεταξύ αυτών που έχουν και καταναλώνουν πολλά και αυτών που δεν έχουν τίποτα. Η φορολογική πολιτική πρέπει να επιβαρύνει σοβαρά (με ισχυρά αντικίνητρα) δραστηριότητες που ρυπαίνουν ή στρέφονται ενάντια στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την κοινωνική αλληλεγγύη. Τα έσοδα από ρυπογόνες δραστηριότητες πρέπει να ενισχύουν την αποκατάσταση του περιβάλλοντος και την μείωση του χάσματος πλουσίων φτωχών. Για παράδειγμα, η σημαντική φορολόγηση του πετρελαίου, της παραγωγής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα και της κυκλοφορίας των ρυπογόνων οχημάτων πρέπει να συνδέεται με πολιτικές απεξάρτησης από το πετρέλαιο μέσω της εξοικονόμησης ενέργειας και χρήσης ΑΠΕ στα κτίρια και την παραγωγή. Να συνοδεύεται από ισχυρά φορολογικά κίνητρα για προώθηση της κίνησης με ποδήλατα και καθαρά δίκυκλα και οχήματα (με χρήση ΑΠΕ, υδρογόνου, βιοκαυσίμων από υπολείμματα γεωργικής παραγωγής και χρησιμοποιημένα λάδια) και πολιτικές ενθάρρυνσης της χρήσης των δημόσιων μέσων μεταφοράς.
- Χαμηλός συντελεστής ΦΠΑ για πράσινα προϊόντα και υπηρεσίες (ο ελάχιστος δυνατός), αυξημένος συντελεστής ΦΠΑ για περιβαλλοντικά και κοινωνικά ανεύθυνα προϊόντα και υπηρεσίες (ίσως πάνω από 19%).

Η φορολόγηση πρέπει να έχει ένα προοδευτικό χαρακτήρα, δηλαδή να επιβαρύνει αναλογικά και όχι με τον ίδιο συντελεστή:
- με μεγαλύτερο συντελεστή, αυτούς που αποκτούν περισσότερα, κυρίως από δραστηριότητες που είναι επιβλαβείς για το περιβάλλον και την κοινωνία, έχουν μεγαλύτερα κέρδη ή μερίσματα, ή μεγαλύτερη ακίνητη περιουσία
- με μικρότερο συντελεστή αυτούς που έχουν έσοδα κυρίως από τη δουλειά τους, από μικρά μερίσματα και περιορισμένα κέρδη λόγω επενδύσεων για το περιβάλλον και τις συνθήκες εργασίες, τη βελτίωση της τεχνολογίας κα

Αυξημένος φόρος πρέπει να υιοθετηθεί για έσοδα από τη μεγάλη υπεραξία γης και οικοδομών, τις γρήγορες μετακινήσεις κεφαλαίων στα χρηματιστήρια.

Δεν υπάρχουν σχόλια: